Χρειάζεται τεκμηρίωση με παραπομπή σε κείμενο, εγχειρίδιο ή λεξικό.


Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακτινομυκίνη οι ακτινομυκίνες
      γενική της ακτινομυκίνης των ακτινομυκινών
    αιτιατική την ακτινομυκίνη τις ακτινομυκίνες
     κλητική ακτινομυκίνη ακτινομυκίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ακτινομυκίνη < (λόγιο δάνειο) αγγλική actinomycin, ακτινο- + μυκ- (μύκητας) + -ίνη [1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ακτινομυκίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία