αι.
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Συντομομορφή επεξεργασία
αι. αρσενικό συντομογραφία
- αιώνας (συντομογραφία μέσα σε κείμενο· προηγείται η αρίθμηση του αιώνα)
- ↪ Λίγο πριν τις αρχές του 12ου αι.
Δείτε τις μορφές αι, αι., αϊ-, Αϊ-, άι, αἰ, αἱ, αἴ, αἶ, αἵ, ἀΐ, ἄι, ἄϊ, ἀϊ- |
αι. αρσενικό συντομογραφία