αβάζι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | αβάζι | τα | αβάζια |
γενική | του | αβαζιού | των | αβαζιών |
αιτιατική | το | αβάζι | τα | αβάζια |
κλητική | αβάζι | αβάζια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
αβάζι ουδέτερο