Δείτε επίσης: νικαιώτισσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Νικαιώτισσα οι Νικαιώτισσες
      γενική της Νικαιώτισσας των Νικαιωτισσών
    αιτιατική τη Νικαιώτισσα τις Νικαιώτισσες
     κλητική Νικαιώτισσα Νικαιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νικαιώτισσα < Νικαιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ni.ceˈo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Νι‐και‐ώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νικαιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Νικαιώτης