Δείτε επίσης: βελέσι, Βέλεσι

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Βελέσι τα Βελέσια
      γενική του Βελεσιού
Βελεσίου
των Βελεσιών
Βελεσίων
    αιτιατική το Βελέσι τα Βελέσια
     κλητική Βελέσι Βελέσια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Οι δεύτεροι τύποι της γενικής, λόγιοι, παλιότεροι.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βελέσι < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /veˈle.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βε‐λέ‐σι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βελέσι ουδέτερο

Άλλες γραφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 206, 28 Σεπτεμβρίου 1927 (λήψη αρχείου PDF)
  2. ΦΕΚ Α 306, 22 Δεκεμβρίου 1927 (λήψη αρχείου PDF)