Αμάντα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αμάντα < λατινική Amanda (αξιαγάπητη)
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αμάντα θηλυκό
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Αμάντα στη Βικιπαίδεια
Δείτε επίσης : αμάντα, ἀμάντα |
Αμάντα θηλυκό