Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

zincique < zinc + -ique

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
zincique zinciques

zincique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη zinc