Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

waiting (en) (χωρίς παραθετικά)

  • η αναμονή
    I am tired of waiting.
    Με κούρασε η αναμονή.
    after an entire hour of waiting - ύστερα από αναμονή μιας ολόκληρης ώρας

Παράγωγα επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

waiting (en)

  Πηγές επεξεργασία