visiting hours
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
visiting hours (en) (μόνο πληθυντικός)
- το επισκεπτήριο
- ↪ Visiting hours were limited to one hour a day.
- Το επισκεπτήριο περιορίστηκε σε μια ώρα την ημέρα.
- ↪ Visiting hours were limited to one hour a day.
Πηγές επεξεργασία
- visiting hours - Cambridge Dictionary online