vers
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ομώνυμα / Ομόηχα επεξεργασία
- vair
- ver (πληθυντικός: vers)
- verre (πληθυντικός: verres)
- vert (πληθυντικός: verts)
Πρόθεση επεξεργασία
vers (fr)
- Il avance vers Athènes. Προχωρά προς την Αθήνα.
Ουσιαστικό επεξεργασία
vers (fr) αρσενικό
- Ce poème a dix vers. Αυτό το ποίημα έχει δέκα στίχους.
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
vers (fr)
- πληθυντικός του ver