var
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Συντομομορφή επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
var | vars |
var (en)
- (προγραμματισμός) συντομογραφία του variable
- ※ JavaScript uses the var keyword to declare variables. [1]
- «Η JavaScript χρησιμοποιεί τη λέξη-κλειδί var για να δηλώσει μεταβλητές.»
- ※ JavaScript uses the var keyword to declare variables. [1]
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ (αγγλικά) JavaScript Syntax. Πρόσβαση 2021-03-07.
Τουρκικά (tr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
var (tr)
Αντώνυμα επεξεργασία
Σημειώσεις επεξεργασία
- Λόγω της διαφορετικής δομής της τουρκικής γλώσσας η λέξη var, ενώ είναι επίθετο, μεταφράζεται στα ελληνικά με ρηματική έκφραση.