vacarme
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
vacarme | vacarmes |
vacarme (fr) αρσενικό
- ο πάταγος, η παραζάλη, το πανδαιμόνιο, η βαβούρα, η οχλοβοή
ενικός | πληθυντικός |
vacarme | vacarmes |
vacarme (fr) αρσενικό