Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /va.kaʁm/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
vacarme vacarmes

vacarme (fr) αρσενικό