tumultuaire
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- tumultuaire < tumulte
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
tumultuaire | tumultuaires |
tumultuaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
tumultuaire | tumultuaires |
tumultuaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό