timestamp
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
timestamp | timestamps |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈtaɪmˌstæmp/
- ⓘ
Ουσιαστικό επεξεργασία
timestamp (en)
- (πληροφορική) χρονοσφραγίδα, χρονοσήμανση, χρονόσημο, μεταβλητή (variable) που περιέχει την ημερομηνία και την (ακριβή) ώρα
Άλλες γραφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- timestamp στην αγγλική Βικιπαίδεια