tibétain
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tibétain | tibétains |
θηλυκό | tibétaine | tibétaines |
tibétain (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
tibétain (fr) αρσενικό, μόνο στον ενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tibétain | tibétains |
θηλυκό | tibétaine | tibétaines |
tibétain (fr)
tibétain (fr) αρσενικό, μόνο στον ενικό