Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

texto (fr)

  1. (οικείο) κατά λέξη

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
texto textos

texto (fr) αρσενικό

  1. σύντομο γραπτό μήνυμα που στέλνεται με κινητό τηλέφωνο