Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

ενεστώτας roam
γ΄ ενικό ενεστώτα roams
αόριστος roamed
παθητική μετοχή roamed
ενεργητική μετοχή roaming

roam (en)

  Πηγές επεξεργασία

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 688. ISBN 9780194325684. , λήμμα: περιπλανιέμαι