remarquable
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- remarquable < remarquer
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
remarquable | remarquables |
remarquable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
remarquable | remarquables |
remarquable (fr) αρσενικό ή θηλυκό