rébarbatif
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | rébarbatif | rébarbatifs |
θηλυκό | rébarbative | rébarbatives |
Επίθετο επεξεργασία
rébarbatif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | rébarbatif | rébarbatifs |
θηλυκό | rébarbative | rébarbatives |
rébarbatif (fr)