protesto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- protesto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | protesto | protestoj |
αιτιατική | proteston | protestojn |
protesto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | protesto | protestoj |
αιτιατική | proteston | protestojn |
protesto (eo)