Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
printer printers

  Ετυμολογία επεξεργασία

printer < print + -er

  Ουσιαστικό επεξεργασία

printer (en)

  1. (τεχνολογία) ο εκτυπωτής
    multifunctional printer - πολυλειτουργικός εκτυπωτής
    συντομογραφία: (Microsoft) prn, PRN
  2. ο τυπογράφος

Παράγωγα επεξεργασία