Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

powerboat < power + boat
      ενικός         πληθυντικός  
powerboat powerboats

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈpaʊə(ɹ)ˌbəʊt/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

 
Αγωνιστικό powerboat, έξω από τη Νάπολη της Ιταλίας.

powerboat (en)

Υπερώνυμα επεξεργασία

Υπώνυμα επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

Σημειώσεις επεξεργασία

  • μπορεί να αποδοθεί ως ταχύπλοο, μολονότι στην ευρύτερη κατηγορία των ταχύπλοων συμπεριλαμβονται και σκάφη με μικρότερες τελικές ταχύτητες