Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

positional argument < → δείτε τις λέξεις positional και argument

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

positional argument (en)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Γλωσσάριο. Προσπέλαση 23/10/2019