Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

outdoors (en)

  1. It was sunny so I went outdoors
    Είχε λιακάδα κι έτσι βγήκα έξω
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη outside
     αντώνυμα: indoors