olfactif
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | olfactif | olfactifs |
θηλυκό | olfactive | olfactives |
olfactif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | olfactif | olfactifs |
θηλυκό | olfactive | olfactives |
olfactif (fr)