Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

new old stock < → δείτε τις λέξεις new, old και stock

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

new old stock (en)

Σημειώσεις επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία