motocyclette
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- motocyclette < motocycle, κατά το bicyclette
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
motocyclette | motocyclettes |
motocyclette (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
motocyclette | motocyclettes |
motocyclette (fr) θηλυκό