Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

mixage < αγγλική to mix

  Ουσιαστικό επεξεργασία

mixage (fr) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη mixer