keyboard
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
keyboard (en)
- το πληκτρολόγιο σε μουσικό όργανο
- (πληροφορική) το πληκτρολόγιο ηλεκτρονικού υπολογιστή
- συντομογραφία: kb
- Υπερώνυμα: human interface device
Ρήμα επεξεργασία
keyboard (en)
- πληκτρολογώ (σε ηλεκτρονικό υπολογιστή)
Συγγενικά επεξεργασία
Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία
- keyboard shortcut
- on-screen keyboard (OSK)
- virtual keyboard
Δείτε επίσης επεξεργασία
- keyboard στην αγγλική Βικιπαίδεια