Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

keyboard < key + board

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈkiːbɔːd/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈkibɔɹd/ (ΗΠΑ)
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

keyboard (en)

  1. το πληκτρολόγιο σε μουσικό όργανο
  2. (πληροφορική) το πληκτρολόγιο ηλεκτρονικού υπολογιστή
    συντομογραφία: kb
    Υπερώνυμα: human interface device

  Ρήμα επεξεργασία

keyboard (en)

Συγγενικά επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • keyboard στην αγγλική Βικιπαίδεια