Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

interplanétaire < inter- + planétaire

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɛ̃.tɛʁ.pla.ne.tɛʁ/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
interplanétaire interplanétaires

interplanétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία