Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
insolide
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
insolide
<
in-
+
solide
Επίθετο
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
insolide
insolides
insolide
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
(
σπάνιο
)
ασταθής
μη
ανθεκτικός