illégal
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | illégal | illégaux |
θηλυκό | illégale | illégales |
illégal (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | illégal | illégaux |
θηλυκό | illégale | illégales |
illégal (fr)