Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

happiness < happy + -ness

  Ουσιαστικό επεξεργασία

happiness (en) (μη μετρήσιμο)

  • η ευτυχία
    We lived a life full of happiness together.
    Ζήσαμε μια ζωή γεμάτη ευτυχία μαζί.

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία