habité
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | habité | habités |
θηλυκό | habitée | habitées |
habité (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | habité | habités |
θηλυκό | habitée | habitées |
habité (fr)