fonctionnel
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fonctionnel | fonctionnels |
θηλυκό | fonctionnelle | fonctionnelles |
Επίθετο επεξεργασία
fonctionnel (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fonctionnel | fonctionnels |
θηλυκό | fonctionnelle | fonctionnelles |
fonctionnel (fr)