flebito
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- flebito < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flebito | flebitoj |
αιτιατική | flebiton | flebitojn |
flebito (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flebito | flebitoj |
αιτιατική | flebiton | flebitojn |
flebito (eo)