felo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- felo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | felo | feloj |
αιτιατική | felon | felojn |
felo (eo)
- η προβιά
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | felo | feloj |
αιτιατική | felon | felojn |
felo (eo)