documentation
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˌdɑkjəmənˈteɪʃən/
Ουσιαστικό επεξεργασία
documentation (en)
- η γραπτή έκθεση μιας ιδέας
- (πληροφορική) η τεκμηρίωση (πχ ενός λογισμικού με συνοδευτικά έγγραφα)
- ※ «It doesn’t matter how good your software is, because if the documentation is not good enough, people will not use it.» -Daniele Procida[1]
- → λείπει η μετάφραση
- ※ «It doesn’t matter how good your software is, because if the documentation is not good enough, people will not use it.» -Daniele Procida[1]
- (προγραμματισμός) η ενσωματωμένη τεκμηρίωση στον κώδικα ενός προγράμματος (βλ και comment)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- documentation στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ (αγγλικά) James Mertz, Documenting Python Code: A Complete Guide. Πρόσβαση 2020-04-11
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
documentation | documentations |
Ουσιαστικό επεξεργασία
documentation (fr) θηλυκό