Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

diarrhéique < diarroïque < diarrhée

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /dja.ʁe.ik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
diarrhéique diarrhéiques

diarrhéique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
diarrhéique diarrhéiques

diarrhéique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία