Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

derviş < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική درویش (derviş) < περσική درویش (darviš) < μέση περσική dlgwš (driyōš, φτωχός, ενδεής)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /deɾˈviʃ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

derviş (en)

  Πηγές επεξεργασία