controversé
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | controversé | controversés |
θηλυκό | controversée | controversées |
Επίθετο επεξεργασία
controversé (fr)
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη controverse
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | controversé | controversés |
θηλυκό | controversée | controversées |
controversé (fr)