contenu
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | contenu | contenus |
θηλυκό | contenue | contenues |
contenu (fr)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
contenu | contenus |
contenu (fr) αρσενικό
- το περιεχόμενο