Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

chromakey < chroma + key (μαρτυρείται από το 1974)[1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
chromakey chromakeys

chromakey (en)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. chromakey - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)