Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

certo < certus

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈker.toː/
 

  Επίρρημα επεξεργασία

certo (la) & certe

  Ρήμα επεξεργασία

certo (la) (certō1, certāvi, certātum, certāre)

Κλίση επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία



Ιταλικά (it) επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

certo (it)



Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

ενικός ενικός πληθυντικός
αρσενικό certo certos
θηλυκό certa certas

certo (pt)

Εκφράσεις επεξεργασία