bavard
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bavard | bavards |
θηλυκό | bavarde | bavardes |
bavard (fr)
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | bavard | bavards |
θηλυκό | bavarde | bavardes |
bavard (fr)