baptismal name
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
baptismal name | baptismal names |
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
baptismal name (en)
- το βαφτιστικό (όνομα), ένα όνομα που δίνεται σε κάποιον όταν βαφτίζεται
ενικός | πληθυντικός |
baptismal name | baptismal names |
baptismal name (en)