aigre
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- aigre < δημώδης λατινική acrus < acer
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
aigre | aigres |
aigre (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
aigre | aigres |
aigre (fr) αρσενικό ή θηλυκό