accueillant
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
accueillant < accueillir
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | accueillant | accueillants |
θηλυκό | accueillante | accueillantes |
accueillant (fr)
accueillant < accueillir
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | accueillant | accueillants |
θηλυκό | accueillante | accueillantes |
accueillant (fr)