Δείτε επίσης: Υμηττός

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ῡμηττ-
ονομαστική Ὑμηττός οἱ Ὑμηττοί
      γενική τοῦ Ὑμηττοῦ τῶν Ὑμηττῶν
      δοτική τῷ Ὑμηττ τοῖς Ὑμηττοῖς
    αιτιατική τὸν Ὑμηττόν τοὺς Ὑμηττούς
     κλητική ! Ὑμηττέ Ὑμηττοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ὑμηττώ
γεν-δοτ τοῖν  Ὑμηττοῖν
συνήθως στον ενικό
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ὑμηττός < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ὑμηττός αρσενικό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία