όφσετ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
όφσετ ουδέτερο άκλιτο
- (εκτύπωση) εκτυπωτική διαδικασία κατά την οποία πραγματοποιείται εκτύπωση αρχικά σε φωτοευαίσθητη επιφάνεια με ειδική επίστρωση κι από κει σε χαρτί